Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατακολουθέω
κατακολουθητέον
κατακολουθία
κατακόλουθος
κατακολούω
κατακολπίζω
κατακόλπισις
κατακολυμβάω
κατακολυμβητής
κατακομάω
κατακομιδή
κατακομίζω
κατάκομος
κατακομπολακυθέω
κατακομψεύομαι
κατακονά
κατακονδυλίζω
κατακονδύλιστος
κατακοντίζω
κατακοπή
κατάκοπος
View word page
κατακομιδή
a bringing down to the sea-shore for exportation
ShortDef
a bringing down to the sea-shore for exportation
Debugging
Headword:
κατακομιδή
Headword (normalized):
κατακομιδή
Headword (normalized/stripped):
κατακομιδη
IDX:
45815
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45816
Key:
Data
{'content': 'a bringing down to the sea-shore for exportation'}