Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακνίζω
κατακνώσσω
κατακοιμάω
κατακοίμησις
κατακοιμητικός
κατακοιμίζω
κατακοιμισμός
κατακοιμιστής
κατακοινωνέω
κατακοιρανέω
κατάκοιτος
κατακολλάω
κατάκολλος
κατακολουθέω
κατακολουθητέον
κατακολουθία
κατακόλουθος
κατακολούω
κατακολπίζω
κατακόλπισις
κατακολυμβάω
View word page
κατάκοιτος
in bed

ShortDef

in bed

Debugging

Headword:
κατάκοιτος
Headword (normalized):
κατάκοιτος
Headword (normalized/stripped):
κατακοιτος
IDX:
45802
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45803
Key:

Data

{'content': 'in bed'}