Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακνάω
κατάκνημος
κατακνίζω
κατακνώσσω
κατακοιμάω
κατακοίμησις
κατακοιμητικός
κατακοιμίζω
κατακοιμισμός
κατακοιμιστής
κατακοινωνέω
κατακοιρανέω
κατάκοιτος
κατακολλάω
κατάκολλος
κατακολουθέω
κατακολουθητέον
κατακολουθία
κατακόλουθος
κατακολούω
κατακολπίζω
View word page
κατακοινωνέω
to give a share

ShortDef

to give a share

Debugging

Headword:
κατακοινωνέω
Headword (normalized):
κατακοινωνέω
Headword (normalized/stripped):
κατακοινωνεω
IDX:
45800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45801
Key:

Data

{'content': 'to give a share'}