Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακλητικός
κατάκλητος
κατακλινής
κατακλινοβατής
κατακλίνω
κατάκλισις
κατακλιτέον
κατάκλιτον
κατάκλιτος
κατακλύζω
κατάκλυσις
κατάκλυσμα
κατακλυσμός
κατάκλυστρον
κατακλύω
κατακλῶθες
κατακλώθω
κατακναίω
κατακνάπτω
κατακνάω
κατάκνημος
View word page
κατάκλυσις
douche

ShortDef

douche

Debugging

Headword:
κατάκλυσις
Headword (normalized):
κατάκλυσις
Headword (normalized/stripped):
κατακλυσις
IDX:
45781
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45782
Key:

Data

{'content': 'douche'}