Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακαίριος
κατακαίω
κατακαλέω
κατακαλλύνω
κατακάλυμμα
κατακαλύπτω
κατακάλυψις
κατακαμαρόω
κατακάμπτω
κατάκαμψις
κατακάρδιος
κατάκαρπος
κατακαρπόω
κατακάρπωσις
κατακαρφής
κατακάρφω
κατάκαυμα
κατακαύσιμος
κατάκαυσις
κατακαύτης
κατακαυχάομαι
View word page
κατακάρδιος
in or to the heart

ShortDef

in or to the heart

Debugging

Headword:
κατακάρδιος
Headword (normalized):
κατακάρδιος
Headword (normalized/stripped):
κατακαρδιος
IDX:
45715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45716
Key:

Data

{'content': 'in or to the heart'}