Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταθορυβέω
κατάθραυσις
κατάθραυστος
καταθραύω
καταθρέω
καταθρηνέω
κατάθρυπτος
καταθρύπτω
καταθρῴσκω
καταθυμέω
καταθύμιος
καταθύω
καταθωρακίζομαι
καταιβασία
καταιβάσιος
καταιβάτης
καταιβάτις
καταιβατός
καταΐγδην
καταιγιδώδης
καταιγίζω
View word page
καταθύμιος
in the mind

ShortDef

in the mind

Debugging

Headword:
καταθύμιος
Headword (normalized):
καταθύμιος
Headword (normalized/stripped):
καταθυμιος
IDX:
45663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45664
Key:

Data

{'content': 'in the mind'}