Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμέτρητος
ἀμετρί
ἀμετρία
ἀμέτριος
ἀμετροβαθής
ἀμετρόβιος
ἀμετρόδικος
ἀμετροεπής
ἀμετροεπία
ἀμετρόκακος
ἀμετροπαθής
ἀμετροπότης
ἄμετρος
ἀμεύομαι
ἀμευσιεπής
ἀμεύσιμος
ἀμευσίπορος
ἄμη
ἁμῆ
ἀμήν
ἀμήνιτος
View word page
ἀμετροπαθής
excessive in emotion

ShortDef

excessive in emotion

Debugging

Headword:
ἀμετροπαθής
Headword (normalized):
ἀμετροπαθής
Headword (normalized/stripped):
αμετροπαθης
IDX:
4558
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4559
Key:

Data

{'content': 'excessive in emotion'}