Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταδολεσχέω
καταδοξάζω
κατάδοσις
καταδουλεύομαι
καταδουλισμός
κατάδουλος
καταδουλόω
καταδούλωσις
καταδουπέω
Κατάδουποι
καταδοχή
καταδράσσομαι
καταδρέπω
καταδρομή
κατάδρομος
καταδροσίζω
κατάδρυμμα
κατάδρυμος
καταδρύπτω
καταδρυφάσσω
καταδυναστεία
View word page
καταδοχή
receiving back, restoration
ShortDef
receiving back, restoration
Debugging
Headword:
καταδοχή
Headword (normalized):
καταδοχή
Headword (normalized/stripped):
καταδοχη
IDX:
45588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45589
Key:
Data
{'content': 'receiving back, restoration'}