Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταγράφω
καταγρυπόω
καταγυιόω
καταγυμνάζω
καταγυμνόω
κατάγυνος
καταγυψόω
κατάγχω
κατάγω
καταγωγεύς
καταγωγή
καταγώγιον
καταγώγιος
καταγωγίς
καταγωγός
καταγωνίζομαι
καταγώνισις
καταγωνιστής
καταγωνιστικός
καταδαίνυμαι
καταδαίω
View word page
καταγωγή
a bringing down from

ShortDef

a bringing down from

Debugging

Headword:
καταγωγή
Headword (normalized):
καταγωγή
Headword (normalized/stripped):
καταγωγη
IDX:
45507
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45508
Key:

Data

{'content': 'a bringing down from'}