Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταγορεύω
καταγραπτέον
κατάγραπτος
καταγραφεύς
καταγραφή
κατάγραφος
καταγράφω
καταγρυπόω
καταγυιόω
καταγυμνάζω
καταγυμνόω
κατάγυνος
καταγυψόω
κατάγχω
κατάγω
καταγωγεύς
καταγωγή
καταγώγιον
καταγώγιος
καταγωγίς
καταγωγός
View word page
καταγυμνόω
strip naked
ShortDef
strip naked
Debugging
Headword:
καταγυμνόω
Headword (normalized):
καταγυμνόω
Headword (normalized/stripped):
καταγυμνοω
IDX:
45501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45502
Key:
Data
{'content': 'strip naked'}