Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταγοητεύω
κατάγομος
καταγοράζω
καταγόραξις
καταγορασμός
καταγόρευσις
καταγορευτικός
καταγορεύω
καταγραπτέον
κατάγραπτος
καταγραφεύς
καταγραφή
κατάγραφος
καταγράφω
καταγρυπόω
καταγυιόω
καταγυμνάζω
καταγυμνόω
κατάγυνος
καταγυψόω
κατάγχω
View word page
καταγραφεύς
cataloguer

ShortDef

cataloguer

Debugging

Headword:
καταγραφεύς
Headword (normalized):
καταγραφεύς
Headword (normalized/stripped):
καταγραφευς
IDX:
45494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45495
Key:

Data

{'content': 'cataloguer'}