Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταγνυπόομαι
κατάγνωσις
καταγνωστέον
καταγνωστέος
καταγνωστικός
καταγογγύζω
καταγοητεύω
κατάγομος
καταγοράζω
καταγόραξις
καταγορασμός
καταγόρευσις
καταγορευτικός
καταγορεύω
καταγραπτέον
κατάγραπτος
καταγραφεύς
καταγραφή
κατάγραφος
καταγράφω
καταγρυπόω
View word page
καταγορασμός
buying up, purchase

ShortDef

buying up, purchase

Debugging

Headword:
καταγορασμός
Headword (normalized):
καταγορασμός
Headword (normalized/stripped):
καταγορασμος
IDX:
45488
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45489
Key:

Data

{'content': 'buying up, purchase'}