Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταβολαῖον
καταβολεύς
καταβολή
καταβόλια
κατάβολος
καταβομβέω
καταβορβόρωσις
κατάβορρος
καταβόσκησις
καταβόσκω
καταβόστρυχος
καταβουκολέω
καταβραβεύω
καταβραδύνω
καταβρεκτέον
κατάβρεξις
καταβρέχω
καταβρίζω
καταβρίθω
καταβροντάω
καταβρόξειε
View word page
καταβόστρυχος
with flowing locks

ShortDef

with flowing locks

Debugging

Headword:
καταβόστρυχος
Headword (normalized):
καταβόστρυχος
Headword (normalized/stripped):
καταβοστρυχος
IDX:
45404
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45405
Key:

Data

{'content': 'with flowing locks'}