Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταβλής
καταβλητέον
καταβλητικός
καταβληχάομαι
καταβλώσκω
καταβοάω
καταβοή
καταβόησις
καταβολά
καταβολαῖον
καταβολεύς
καταβολή
καταβόλια
κατάβολος
καταβομβέω
καταβορβόρωσις
κατάβορρος
καταβόσκησις
καταβόσκω
καταβόστρυχος
καταβουκολέω
View word page
καταβολεύς
founder
ShortDef
founder
Debugging
Headword:
καταβολεύς
Headword (normalized):
καταβολεύς
Headword (normalized/stripped):
καταβολευς
IDX:
45395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45396
Key:
Data
{'content': 'founder'}