Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταβαΰζω
καταβαυκαλάω
καταβαυκάλησις
καταβαυκαλίζω
καταβαφή
καταβαφής
καταβεβαιόομαι
καταβεβαίωσις
καταβεβλημένως
καταβελής
καταβιάζω
καταβιβάζω
καταβιβάσκω
καταβιβασμός
καταβιβαστέος
καταβιβρώσκω
καταβιόω
καταβίωσις
καταβλαβεύς
καταβλακεύω
καταβλάπτω
View word page
καταβιάζω
subdue by force

ShortDef

subdue by force

Debugging

Headword:
καταβιάζω
Headword (normalized):
καταβιάζω
Headword (normalized/stripped):
καταβιαζω
IDX:
45372
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45373
Key:

Data

{'content': 'subdue by force'}