Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κάστρον
Καστωλός
Κάστωρ
κάστωρ
κασωρεύω
κασωρικός
κασωρίτης
κασωτός
κατά
καταβάδην
καταβαθμός
καταβαίνω
καταβακχιόομαι
καταβάλλω
καταβαπτέον
καταβαπτίζω
καταβάπτω
καταβαρβαρόω
καταβαρέω
καταβαρής
καταβάρησις
View word page
καταβαθμός
descent, Catabathmus

ShortDef

descent, Catabathmus

Debugging

Headword:
καταβαθμός
Headword (normalized):
καταβαθμός
Headword (normalized/stripped):
καταβαθμος
IDX:
45343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45344
Key:

Data

{'content': 'descent, Catabathmus'}