Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κασταλία
κάστανα
καστανεών
καστανικαί
καστεία
Καστιάνειρα
Καστόρειος
καστορίδες
καστορίζω
κάστρον
Καστωλός
Κάστωρ
κάστωρ
κασωρεύω
κασωρικός
κασωρίτης
κασωτός
κατά
καταβάδην
καταβαθμός
καταβαίνω
View word page
Καστωλός
Castolus
ShortDef
Castolus
Debugging
Headword:
Καστωλός
Headword (normalized):
καστωλός
Headword (normalized/stripped):
καστωλος
IDX:
45334
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45335
Key:
Data
{'content': 'Castolus'}