Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κασσύω
Κασσώπιος
Κασταλία
κάστανα
καστανεών
καστανικαί
καστεία
Καστιάνειρα
Καστόρειος
καστορίδες
καστορίζω
κάστρον
Καστωλός
Κάστωρ
κάστωρ
κασωρεύω
κασωρικός
κασωρίτης
κασωτός
κατά
καταβάδην
View word page
καστορίζω
to be like castor

ShortDef

to be like castor

Debugging

Headword:
καστορίζω
Headword (normalized):
καστορίζω
Headword (normalized/stripped):
καστοριζω
IDX:
45332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45333
Key:

Data

{'content': 'to be like castor'}