Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κασιγνητικός
κασίγνητος
κασίδιον
κασιοβόρος
κάσιοι
κασιόπνους
κάσις
Κασιωτικόν
κασκός
Κασμένη
κασοποιός
Κάσος
Κάσπιος
Κασσανδάνη
Κασσάνδρα
Κάσσανδρος
κασσίζω
Κάσσιος
κασσιτερᾶς
Κασσιτερίδες
κασσιτέρινος
View word page
κασοποιός
maker of thick garments

ShortDef

maker of thick garments

Debugging

Headword:
κασοποιός
Headword (normalized):
κασοποιός
Headword (normalized/stripped):
κασοποιος
IDX:
45306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45307
Key:

Data

{'content': 'maker of thick garments'}