Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καρφολογέω
κάρφος
καρφόω
κάρφω
καρφώδης
καρχαλέος
καρχαρίας
καρχαρόδους
κάρχαρος
καρχάσιον
Καρχηδονίζω
Καρχηδόνιος
Καρχηδών
καρχήσιον
καρχήσιος
καρώ
καρώδης
κάρωσις
καρωτίδες
καρωτικός
καρωτόν
View word page
Καρχηδονίζω
to side with the Carthaginians

ShortDef

to side with the Carthaginians

Debugging

Headword:
Καρχηδονίζω
Headword (normalized):
καρχηδονίζω
Headword (normalized/stripped):
καρχηδονιζω
IDX:
45275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45276
Key:

Data

{'content': 'to side with the Carthaginians'}