Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καρυῶτις
καρυωτός
καρφαλέος
καρφαμάτιον
καρφεῖα
κάρφη
καρφηρός
κάρφινος
καρφίον
καρφισμός
καρφίτης
καρφοειδής
καρφολογέω
κάρφος
καρφόω
κάρφω
καρφώδης
καρχαλέος
καρχαρίας
καρχαρόδους
κάρχαρος
View word page
καρφίτης
built of dry straws

ShortDef

built of dry straws

Debugging

Headword:
καρφίτης
Headword (normalized):
καρφίτης
Headword (normalized/stripped):
καρφιτης
IDX:
45263
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45264
Key:

Data

{'content': 'built of dry straws'}