Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κάρυστος
καρυώδης
καρυῶτις
καρυωτός
καρφαλέος
καρφαμάτιον
καρφεῖα
κάρφη
καρφηρός
κάρφινος
καρφίον
καρφισμός
καρφίτης
καρφοειδής
καρφολογέω
κάρφος
καρφόω
κάρφω
καρφώδης
καρχαλέος
καρχαρίας
View word page
καρφίον
suckers

ShortDef

suckers

Debugging

Headword:
καρφίον
Headword (normalized):
καρφίον
Headword (normalized/stripped):
καρφιον
IDX:
45261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45262
Key:

Data

{'content': 'suckers'}