Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄμεσος
ἀμετάβατος
ἀμεταβλησία
ἀμετάβλητος
ἀμετάβολος
ἀμεταδόξαστος
ἀμεταδοσία
ἀμετάδοτος
ἀμετάθετος
ἀμετακίνητος
ἀμετάκλαστος
ἀμετάκλητος
ἀμετάκλιτος
ἀμετάληπτος
ἀμετάλλακτος
ἀμεταμέλητος
ἀμεταμίσθωτος
ἀμετανόητος
ἀμετάπειστος
ἀμετάπλαστος
ἀμεταποίητος
View word page
ἀμετάκλαστος
not to be broken, inflexible
ShortDef
not to be broken, inflexible
Debugging
Headword:
ἀμετάκλαστος
Headword (normalized):
ἀμετάκλαστος
Headword (normalized/stripped):
αμετακλαστος
IDX:
4524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4525
Key:
Data
{'content': 'not to be broken, inflexible'}