Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κάρσιος
κάρτα
καρταίπους
καρτάλαμον
κάρταλλος
καρτέον
καρτεραίχμας
καρτερέω
καρτέρημα
καρτέρησις
καρτερία
καρτερικός
καρτεροβρέντας
καρτεροβρόντης
καρτερόθυμος
καρτεροπληγής
καρτερόπονος
καρτερός
καρτερούντως
καρτερόφρων
καρτερόχειρ
View word page
καρτερία
patient endurance, patience
ShortDef
patient endurance, patience
Debugging
Headword:
καρτερία
Headword (normalized):
καρτερία
Headword (normalized/stripped):
καρτερια
IDX:
45206
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45207
Key:
Data
{'content': 'patient endurance, patience'}