Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καρποδέσμιος
καρπόδεσμος
καρποδότειρα
καρπολογέω
καρπολογία
καρπολόγος
καρπολόχος
καρπομανής
καρποποιός
καρπός
καρπός2
καρποσπόρος
καρποτελής
καρποτοκέω
καρποτοκία
καρποτόκος
καρποτρόφος
καρποφαγέω
καρποφάγος
καρποφθόρος
καρποφορέω
View word page
καρπός2
the wrist
ShortDef
fruit
the wrist
Debugging
Headword:
καρπός2
Headword (normalized):
καρπός
Headword (normalized/stripped):
καρπος2
IDX:
45167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45168
Key:
Data
{'content': 'the wrist'}