Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καρπιστικός
καρποβάλσαμον
καρπόβρωτος
καρπογένεθλος
καρπογονέω
καρπογονία
καρπόγονος
καρποδαιστάς
καρπόδεσμα
καρποδέσμιος
καρπόδεσμος
καρποδότειρα
καρπολογέω
καρπολογία
καρπολόγος
καρπολόχος
καρπομανής
καρποποιός
καρπός
καρπός2
καρποσπόρος
View word page
καρπόδεσμος
bandage for wrist

ShortDef

bandage for wrist

Debugging

Headword:
καρπόδεσμος
Headword (normalized):
καρπόδεσμος
Headword (normalized/stripped):
καρποδεσμος
IDX:
45158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45159
Key:

Data

{'content': 'bandage for wrist'}