Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καρδιαλγία
καρδιαλγικός
Καρδιανός
καρδιᾶτις
καρδίη
καρδιηβολέω
καρδικός
καρδιοβολέομαι
καρδιοβόλος
καρδιογνώστης
καρδιόδαιτος
καρδιόδηκτος
καρδιοειδής
κάρδιον
καρδιότης
καρδιότρωτος
καρδιουλκέω
καρδιουλκία
καρδιοφύλαξ
καρδιόω
καρδιωγμός
View word page
καρδιόδαιτος
feasting on
ShortDef
feasting on
Debugging
Headword:
καρδιόδαιτος
Headword (normalized):
καρδιόδαιτος
Headword (normalized/stripped):
καρδιοδαιτος
IDX:
45062
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45063
Key:
Data
{'content': 'feasting on'}