Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Καραιός
καράκαλλον
καρανιστήρ
κάρανος
καρανόω
καρανώ
Κάραουις
καρατομέω
καράτομος
καρατόμος
κάρβανος
καρβάτιναι
καρβάτινος
καρβατιών
Κάρβων
κάρβων
Καρβώνειος
κάρδακες
καρδαμάλη
καρδαμίζω
κάρδαμον
View word page
κάρβανος
outlandish, foreign

ShortDef

outlandish, foreign

Debugging

Headword:
κάρβανος
Headword (normalized):
κάρβανος
Headword (normalized/stripped):
καρβανος
IDX:
45034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45035
Key:

Data

{'content': 'outlandish, foreign'}