Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καραδοκία
Καραιός
καράκαλλον
καρανιστήρ
κάρανος
καρανόω
καρανώ
Κάραουις
καρατομέω
καράτομος
καρατόμος
κάρβανος
καρβάτιναι
καρβάτινος
καρβατιών
Κάρβων
κάρβων
Καρβώνειος
κάρδακες
καρδαμάλη
καρδαμίζω
View word page
καρατόμος
beheading
ShortDef
beheading
Debugging
Headword:
καρατόμος
Headword (normalized):
καρατόμος
Headword (normalized/stripped):
καρατομος
IDX:
45033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45034
Key:
Data
{'content': 'beheading'}