Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καπυρός
καπυρώδης
Κάπυς
καπύω
κάπων
Κάρ
κάρ
κάρα
κάρα2
καραβοειδής
καραβοπρόσωπος
κάραβος
καραδοκέω
καραδοκία
Καραιός
καράκαλλον
καρανιστήρ
κάρανος
καρανόω
καρανώ
Κάραουις
View word page
καραβοπρόσωπος
with the face of a κάραβος
ShortDef
with the face of a κάραβος
Debugging
Headword:
καραβοπρόσωπος
Headword (normalized):
καραβοπρόσωπος
Headword (normalized/stripped):
καραβοπροσωπος
IDX:
45020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45021
Key:
Data
{'content': 'with the face of a κάραβος'}