Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κάπηλος
καπήλτια
κάπια
καπίθη
καπίστριον
Καπιτώλιον
καπναύγης
κάπνειος
καπνείω
καπνέλαιον
κάπνη
καπνηλός
καπνιαῖος
καπνίας
καπνιάω
καπνίζω
κάπνισις
κάπνισμα
καπνιστέον
καπνιστήριον
καπνιστός
View word page
κάπνη
smoke outlet
ShortDef
smoke outlet
Debugging
Headword:
κάπνη
Headword (normalized):
κάπνη
Headword (normalized/stripped):
καπνη
IDX:
44954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44955
Key:
Data
{'content': 'smoke outlet'}