Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καπηλογείτων
καπηλοδύτης
κάπηλος
καπήλτια
κάπια
καπίθη
καπίστριον
Καπιτώλιον
καπναύγης
κάπνειος
καπνείω
καπνέλαιον
κάπνη
καπνηλός
καπνιαῖος
καπνίας
καπνιάω
καπνίζω
κάπνισις
κάπνισμα
καπνιστέον
View word page
καπνείω
turn into smoke

ShortDef

turn into smoke

Debugging

Headword:
καπνείω
Headword (normalized):
καπνείω
Headword (normalized/stripped):
καπνειω
IDX:
44952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44953
Key:

Data

{'content': 'turn into smoke'}