Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κάπετος
Καπετώλιον
Καπετωλιονίκης
Καπετώλιος
κάπη
καπηλεία
καπηλεῖον
καπηλεύω
καπήλη
καπηλικός
καπηλίς
καπηλογείτων
καπηλοδύτης
κάπηλος
καπήλτια
κάπια
καπίθη
καπίστριον
Καπιτώλιον
καπναύγης
κάπνειος
View word page
καπηλίς
saleswoman

ShortDef

saleswoman

Debugging

Headword:
καπηλίς
Headword (normalized):
καπηλίς
Headword (normalized/stripped):
καπηλις
IDX:
44941
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44942
Key:

Data

{'content': 'saleswoman'}