Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κανονίς
κανονισμός
κανονιστέον
κανονιστικός
κανονογραφία
κανονωτός
κανυσῖνος
Κανωβεύς
Κάνωβος
κανών
Κανωπικόν
κάνωπον
κάος
καπαῖος
Καπανεύς
καπάνη
Καπανηιάδης
Καπανηϊάδης
Καπανήϊος
καπανικός
καπέτις
View word page
Κανωπικόν
cake
ShortDef
cake
Debugging
Headword:
Κανωπικόν
Headword (normalized):
κανωπικόν
Headword (normalized/stripped):
κανωπικον
IDX:
44920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44921
Key:
Data
{'content': 'cake'}