Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κανονίας
κανονίζω
κανονικάριος
κανονικός
κανόνιον
κανονίς
κανονισμός
κανονιστέον
κανονιστικός
κανονογραφία
κανονωτός
κανυσῖνος
Κανωβεύς
Κάνωβος
κανών
Κανωπικόν
κάνωπον
κάος
καπαῖος
Καπανεύς
καπάνη
View word page
κανονωτός
furnished with cross-bars

ShortDef

furnished with cross-bars

Debugging

Headword:
κανονωτός
Headword (normalized):
κανονωτός
Headword (normalized/stripped):
κανονωτος
IDX:
44915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44916
Key:

Data

{'content': 'furnished with cross-bars'}