Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κανθαρώδης
κανθαρώλεθρος
κανθήλη
κανθήλια
κανθηλικός
κανθήλιος
κανθίαι
κανθός
κανθύλη
κανθώδης
κάνθων
κανίας
κανίσκιον
κάννα
κανναβάριος
καννάβινος
κάνναβις
κανναβίσκα
κανονίας
κανονίζω
κανονικάριος
View word page
κάνθων
a pack-ass

ShortDef

a pack-ass

Debugging

Headword:
κάνθων
Headword (normalized):
κάνθων
Headword (normalized/stripped):
κανθων
IDX:
44897
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44898
Key:

Data

{'content': 'a pack-ass'}