Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κάναι
κανάσσω
κάναστρον
καναχά
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχηδής
καναχήπους
καναχής
καναχίζω
καναχός
κανδαλιστής
Κανδαύλης
κάνδαυλος
κανδήλη
κάνδυς
κανδύταλις
κάνειον
κάνεον
κάνης
View word page
καναχίζω
to ring

ShortDef

to ring

Debugging

Headword:
καναχίζω
Headword (normalized):
καναχίζω
Headword (normalized/stripped):
καναχιζω
IDX:
44866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44867
Key:

Data

{'content': 'to ring'}