Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κάναθρον
Κάναι
κανάσσω
κάναστρον
καναχά
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχηδής
καναχήπους
καναχής
καναχίζω
καναχός
κανδαλιστής
Κανδαύλης
κάνδαυλος
κανδήλη
κάνδυς
κανδύταλις
κάνειον
κάνεον
View word page
καναχής
plashing
ShortDef
plashing
Debugging
Headword:
καναχής
Headword (normalized):
καναχής
Headword (normalized/stripped):
καναχης
IDX:
44865
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44866
Key:
Data
{'content': 'plashing'}