Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κανάβινος
καναβιουργός
κάναβος
κάναθρον
Κάναι
κανάσσω
κάναστρον
καναχά
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχηδής
καναχήπους
καναχής
καναχίζω
καναχός
κανδαλιστής
Κανδαύλης
κάνδαυλος
κανδήλη
κάνδυς
View word page
καναχηδά
with a sharp loud noise

ShortDef

with a sharp loud noise

Debugging

Headword:
καναχηδά
Headword (normalized):
καναχηδά
Headword (normalized/stripped):
καναχηδα
IDX:
44862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44863
Key:

Data

{'content': 'with a sharp loud noise'}