Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κάμνω
καμπαγών
καμπανίζω
Καμπανός
κάμπανος
καμπεσίγουνος
καμπεσίγυιος
καμπή
κάμπη
κάμπιμος
κάμπος
Κάμπος
καμπτήρ
καμπτικός
καμπτός
κάμπτρα
κάμπτρον
καμπτροποιός
καμπτροφόρος
κάμπτω
καμπύλη
View word page
κάμπος
a sea-monster

ShortDef

a sea-monster
Lat. campus, plain

Debugging

Headword:
κάμπος
Headword (normalized):
κάμπος
Headword (normalized/stripped):
καμπος
IDX:
44822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44823
Key:

Data

{'content': 'a sea-monster'}