Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμείωτος
ἀμέλαθρος
ἀμέλγω
ἀμέλει
ἀμέλεια
ἀμελετησία
ἀμελέτητος
ἀμελέω
ἀμελής
ἀμελής2
ἀμελητέον
ἀμελητέος
ἀμελητής
ἀμελητικός
ἀμέλητος
ἀμελίου
ἀμελκτέον
ἀμελκτήρ
ἀμελκτός
ἀμέλλητος
ἄμελξις
View word page
ἀμελητέον
one must neglect
ShortDef
one must neglect
Debugging
Headword:
ἀμελητέον
Headword (normalized):
ἀμελητέον
Headword (normalized/stripped):
αμελητεον
IDX:
4477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4478
Key:
Data
{'content': 'one must neglect'}