Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κάμειρος
κάμηλα
καμηλάριος
καμηλασία
καμηλάσιον
καμηλάτης
καμήλειος
καμηλέμπορος
καμηλίζω
καμηλικός
καμηλίτης
καμηλοβοσκός
καμηλοκόμος
καμηλοπάρδαλις
κάμηλος
καμηλοτροφέω
καμηλοτρόφος
καμηλώδης
καμηλών
Καμικός
Κάμιλλος
View word page
καμηλίτης
camel-driver

ShortDef

camel-driver

Debugging

Headword:
καμηλίτης
Headword (normalized):
καμηλίτης
Headword (normalized/stripped):
καμηλιτης
IDX:
44778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44779
Key:

Data

{'content': 'camel-driver'}