Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καματηρός
κάματος
καματώδης
Καμβύλος
Καμβύσης
Κάμειρος
κάμηλα
καμηλάριος
καμηλασία
καμηλάσιον
καμηλάτης
καμήλειος
καμηλέμπορος
καμηλίζω
καμηλικός
καμηλίτης
καμηλοβοσκός
καμηλοκόμος
καμηλοπάρδαλις
κάμηλος
καμηλοτροφέω
View word page
καμηλάτης
camel-driver
ShortDef
camel-driver
Debugging
Headword:
καμηλάτης
Headword (normalized):
καμηλάτης
Headword (normalized/stripped):
καμηλατης
IDX:
44773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44774
Key:
Data
{'content': 'camel-driver'}