Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καμαρικά
Καμάρινα
Καμαριναῖος
καμαροειδής
καμαρόω
καμάρωμα
καμάρωσις
καμαρωτικός
καμαρωτός
καμασῆνες
καμάσιον
καμάσσω
καματηδόν
καματηρός
κάματος
καματώδης
Καμβύλος
Καμβύσης
Κάμειρος
κάμηλα
καμηλάριος
View word page
καμάσιον
shirt
ShortDef
shirt
Debugging
Headword:
καμάσιον
Headword (normalized):
καμάσιον
Headword (normalized/stripped):
καμασιον
IDX:
44760
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44761
Key:
Data
{'content': 'shirt'}