Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κάλπις
καλυβεύς
καλύβη
καλύβιον
καλυβίτης
καλυβοποιέομαι
καλυβοποιΐα
καλυβός
καλύδριον
Καλυδών
καλυκοστέφανος
καλυκώδης
καλυκῶπις
κάλυμμα
Καλύμνιος
κάλυξ
καλύπτειρα
καλυπτήρ
καλυπτηρίζω
καλυπτήριον
καλύπτης
View word page
καλυκοστέφανος
crowned with flower-buds

ShortDef

crowned with flower-buds

Debugging

Headword:
καλυκοστέφανος
Headword (normalized):
καλυκοστέφανος
Headword (normalized/stripped):
καλυκοστεφανος
IDX:
44715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44716
Key:

Data

{'content': 'crowned with flower-buds'}