Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλόκαιρος
καλοκέραστος
καλοκοπέω
καλολάϊγξ
κᾶλον
καλοπαίκτης
καλοπέδιλα
καλοπλόκος
καλοπόδιον
καλοποιέω
καλοποιός
καλοπούς
καλόπους
καλόπους2
καλοπρόσωπος
καλός
κάλος
καλοσύμβουλος
καλοσύντυχος
καλοσχηματίζομαι
καλότης
View word page
καλοποιός
making beautiful

ShortDef

making beautiful

Debugging

Headword:
καλοποιός
Headword (normalized):
καλοποιός
Headword (normalized/stripped):
καλοποιος
IDX:
44683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44684
Key:

Data

{'content': 'making beautiful'}