Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλοβάμων
καλοβατέω
καλοβάτης
καλόβιος
καλόγηρος
καλόγηρυς
καλογνώμων
καλοδιδάσκαλος
καλοειδής
καλοέργαστος
καλοεργέτις
καλοεργός
καλοήθης
καλοθέλεια
καλοθελής
καλοιώνιστος
καλοκἀγαθέω
καλοκἀγαθία
καλοκἀγαθικός
καλοκἀγαθός
καλόκαιρος
View word page
καλοεργέτις
doing good

ShortDef

doing good

Debugging

Headword:
καλοεργέτις
Headword (normalized):
καλοεργέτις
Headword (normalized/stripped):
καλοεργετις
IDX:
44663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44664
Key:

Data

{'content': 'doing good'}