Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλλιφωνία
καλλίφωνος
καλλίφως
καλλίχειρ
καλλιχέλωνος
κάλλιχθυς
καλλίχοιρος
Καλλίχορον
καλλίχορος
καλλιώνυμος
καλλονάριον
καλλονή
καλλοποιός
κάλλος
καλλοσύνη
κάλλυνθρον
καλλυντήριος
καλλυντής
κάλλυντρον
καλλύνω
κάλλυσμα
View word page
καλλονάριον
broom, besom

ShortDef

broom, besom

Debugging

Headword:
καλλονάριον
Headword (normalized):
καλλονάριον
Headword (normalized/stripped):
καλλοναριον
IDX:
44635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44636
Key:

Data

{'content': 'broom, besom'}