Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμέθοδος
ἀμεθύστινος
ἀμέθυστος
ἀμειβώ
ἀμείβω
ἀμειδής
ἀμείδητος
ἀμείλικτος
ἀμείλιχος
Ἀμεινοκλῆς
ἀμείνων
ἀμειξία
ἀμειπτικός
ἀμείρω
Ἀμειψίας
ἀμειψιρρυσμέω
ἀμειψιρρυσμία
ἄμειψις
ἀμείψιχρον
ἀμείωτος
ἀμέλαθρος
View word page
ἀμείνων
better, abler, stronger, braver
ShortDef
better, abler, stronger, braver
Debugging
Headword:
ἀμείνων
Headword (normalized):
ἀμείνων
Headword (normalized/stripped):
αμεινων
IDX:
4458
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4459
Key:
Data
{'content': 'better, abler, stronger, braver'}