Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλλιέθειρος
καλλιέλαιος
καλλιέπεια
καλλιεπέομαι
καλλιεπής
καλλιεργέω
καλλιεργία
καλλιερέω
καλλιέρημα
Καλλιεύς
καλλιζυγής
καλλίζωνος
καλλιθέμεθλος
Καλλιθόη
καλλίθριξ
καλλιθυτέω
καλλίθυτος
καλλικαρπέω
καλλικαρπία
καλλίκαρπος
καλλικέλαδος
View word page
καλλιζυγής
beautifully yoked

ShortDef

beautifully yoked

Debugging

Headword:
καλλιζυγής
Headword (normalized):
καλλιζυγής
Headword (normalized/stripped):
καλλιζυγης
IDX:
44518
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44519
Key:

Data

{'content': 'beautifully yoked'}